Ο σχηματισμός λίθων στην ουροδόχο κύστη οφείλεται κατά κανόνα στη χρόνια απόφραξη και στάση των ούρων λόγω υπερτροφίας του προστάτη. Μπορεί να πρόκειται για έναν ή περισσότερους λίθους και το μέγεθος κυμαίνεται από μερικά χιλιοστά έως και ιδιαίτερα μεγάλους λίθους αρκετών εκατοστών.
Ο βασικός τρόπος αντιμετώπισης της λιθίασης της ουροδόχου κυπστης γίνεται ενδοσκοπικά με τη λεγόμενη διουρηθρική κυστεολιθοτριψία, μια ελάχιστα επεμβατική μέθοδο κατά την οποία, με τον ασθενή υπό ολική ή ραχιαία αναισθησία, ο χειρουργός-ουρολόγος εισέρχεται διαμέσου της ουρήθρας στην κύστη με ένα ειδικό ενδοσκοπικό εργαλείο με το οποίο σπάει το λίθο σε μικρότερα κομμάτια τα οποία εν συνέχεια αφαιρεί. Εναλλακτικά μπορεί να γίνει χρήση laser για την αφαίρεση του λίθου (laser κυστεολιθοτριψία), ιδίως σε λίθους μεγαλύτερου μεγέθους. Τέλος σε εξαιρετικά μεγάλους λίθους που καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρος της κύστης μπορεί να απαιτηθεί ανοιχτή επέμβαση για την αφαίρεση τους μέσω μιας μικρής τομής στο δέρμα χαμηλά στην κοιλιά.
Η κυστεολιθοτριψια έχει διάρκεια 15-60 λεπτών ενώ εξιτήριο δίνεται την ίδια ή την επόμενη ημέρα.
Οι επιπλοκές από τη συγκεκριμένη επέμβαση είναι συνήθως ήπιες, έχουν τη μορφή δυσουρικών συμπτωμάτων κι αίματος στα ουρά και συνήθως αποδράμουν εντός ολίγων ημερών.