Οι άνδρες έχουν 3 με 4 φορές περισσότερες πιθανότητες να νοσήσουν σε σχέση με τις γυναίκες.
Οι παράγοντες κινδύνου για εμφάνιση καρκίνου της ουροδόχου κύστης περιλαμβάνουν το κάπνισμα, την έκθεση σε βενζόλιο και άλλες αρωματικές αμίνες, όπως όσοι εργάζονται σε βιομηχανίες που επεξεργάζονται βαφές και χρώματα, χημικά, ελαστικά κτλ. Το δε κάπνισμα αποτελεί με μεγάλη διαφορά το βασικό προδιαθεσικό παράγοντα με τους καπνιστές να έχουν τριπλάσιο κίνδυνο ανάπτυξης της νόσου σε σχέση με τους μη καπνιστές.
Η διάγνωση του καρκίνου της ουροδόχου κύστης γίνεται με την κυστεοσκόπηση, την πλήρη δηλαδή κι ενδελεχή εξέταση του εσωτερικού της ουρήθρας και της ουροδόχου κύστης υπό άμεση όραση χάρη στο κυστεοσκόπιο.
Λοιπές εξετάσεις όπως κυτταρολογική ούρων, υπερηχογράφημα ουροδόχου κύστης ή άλλες μη επεμβατικές εξετάσεις δε μπορούν να αντικαταστήσουν την κυστεοσκόπηση ως προς την αξία της τελευταίας στη διάγνωση του καρκίνου της ουροδόχου κύστης.
Η θεραπεία περιλαμβάνει τη διουρηθρική εκτομή του όγκου (TUR-BT, Trans urethral resection of bladder tumour) κατά την οποία ο όγκος αφαιρείται διουρηθρικά και η περιοχή καυτηριάζεται για την αποφυγή του κινδύνου αιμορραγίας. Η επέμβαση απαιτεί είτε γενική είτε ραχιαία αναισθησία και πραγματοποιείται συνήθως υπό τη μορφή βραχείας νοσηλείας.
Αναλόγως έπειτα του σταδίου και της φύσης της νόσου (grade) μπορεί να απαιτηθεί περαιτέρω χειρουργική θεραπεία (ριζική κυστεκτομή) είτε συμπληρωματική θεραπεία (ενδοκυστικές εγχύσεις επιρουμπικίνης/μιτομυκίνης ή BCG)