Οι παράγοντες κινδύνου για την εκδήλωση του ειναι οι ίδιοι με αυτούς του καρκίνου της ουροδόχου κύστης δηλαδή το κάπνισμα και η επαγγελματική έκθεση σε περιβάλλον επεξεργασίας βαφών, υφασμάτων, ελαστικών.
Το βασικό σύμπτωμα είναι το αίμα στα ουρά και διάγνωση γίνεται κατά κανόνα με αξονική τομογραφία 3 φάσεων, η οποία θα πρέπει να περιλαμβάνει εκκριτική φάση για την απεικόνιση της αποχετευτικής μοίρας των νεφρών, ενώ μπορεί να απαιτηθεί η διενέργεια ουρητηροπυελοσκόπησης και λήψης βιοψιών.
Η θεραπεία εκλογής είναι η ρομποτική ριζική νεφροουρητηρεκτομή, δηλαδή η αφαίρεση του νεφρού, του ουρητήρα και ενός τμήματος της ουροδόχου κύστης που περιέχει το τελικό άκρο του ουρητήρα. Η επέμβαση συνίσταται σήμερα να γίνεται ρομποτικά λόγω των πλεονεκτημάτων (ελάχιστες τομές, μεγέθυνση) που προσφέρει η ρομποτική μέθοδος κατά τη διενεργεία τέτοιων μεγάλων χειρουργείων.
Υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις (όγκοι<2cm, μονήρεις, με καλή διαφοροποίηση) μπορεί να εφαρμοστεί θερμικός καυτηριασμός και αφαίρεση του όγκου με τη χρήση laser ενδοσκοπικά χρησιμοποιώντας το ουρητηροσκόπιο. Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνεται η διατήρηση του νεφρού ταυτόχρονα με τη καταστροφή του όγκου.
Αυτή η μέθοδος προϋποθέτει τη στενή μετεγχειρητική παρακολούθηση του ασθενούς για αποφυγή πιθανής υποτροπής.